Δικηγορικό Γραφείο Βακουφάρης – Θεσσαλονίκη

Επιλέξτε τη γλώσσα σας


Σύμφωνα με την υπ' αριθμ. 7173/2019 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Θεσσαλονίκης, το οποίο δίκασε ως δευτεροβάθμιο εφαρμόζονται οι διατάξεις των μικροδιαφορών στην ειδική διαδικασία των αυτοκινήτων (περιουσιακών διαφορών) με τον νέο ΚΠολΔ, εφόσον η διαφορά είναι μέχρι 5.000 ευρώ.

Σύμφωνα με την υπ' αριθμ. 7173/2019 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Θεσσαλονίκης, το οποίο δίκασε ως δευτεροβάθμιο εφαρμόζονται οι διατάξεις των μικροδιαφορών στην ειδική διαδικασία των αυτοκινήτων (περιουσιακών διαφορών) με τον νέο ΚΠολΔ, εφόσον η διαφορά είναι μέχρι 5.000 ευρώ.

Συγκεκριμένα, η παραπάνω απόφαση δέχτηκε μεταξύ άλλων τα εξής:

«… Η προβληματική της οριοθέτησης της σχέσης των ειδικών διατάξεων περί μικροδιαφορών έναντι της τακτικής διαδικασίας ως και έναντι των ειδικών διαδικασιών είχε ήδη ανακύψει υπό το προϊσχύσαν Δίκαιο. Σύμφωνα με τη μάλλον κρατούσα γνώμη, τα άρθρα 466-472 του ΚΠολΔ έγινε δεκτό ότι δεν ανάγονταν σε αυτοτελή Ειδική Διαδικασία, αλλά απλώς ειδικές διατάξεις που εισήγαν απλώς διαδικαστικές αποκλίσεις έναντι της Τακτικής Διαδικασίας. Στο ισχύον Δίκαιο (μετά τον ν. 4335/2015 με έναρξη ισχύος από 01.01.2016) δεν επαναλαμβάνονται οι ρυθμίσεις των άρθρων 642, 666 § 3 και 681 εδ. γ΄ του ΚΠολΔ κατ’ εφαρμογή των οποίων αποκλειόταν ρητά η εφαρμογή των ρυθμίσεων περί μικροδιαφορών στις διαδικασίες των πιστωτικών τίτλων, εργατικών διαφορών, αυτοκινητιστικών διαφορών, διαφορών από αμοιβές. Κατ’ ακολουθίαν εκλείπει και το όποιο νομικό έρεισμα για την υποστηριζόμενη υπό το προϊσχύσαν Δίκαιο ερμηνευτική εκδοχή που απέκλειε από το πεδίο εφαρμογής των μικροδιαφορών τις χρηματικά αποτιμητές αξιώσεις οι οποίες καταλαμβανόταν από το πεδίο εφαρμογής Ειδικών Διαδικασιών. Ως εκ τούτου συνεπέστερη προς την εν γένει διάρθρωση του ΚΠολΔ εμφανίζεται η ερμηνευτική εκδοχή, ότι οι διατάξεις περί μικροδιαφορών εφαρμόζονται και προκειμένου για απαιτήσεις υπαγόμενες σε Ειδικές Διαδικασίες, παράλληλα με τις κατ’ ιδίαν διαδικαστικές αποκλίσεις της Ειδικής Διαδικασίας στην οποία υπάγεται η απαίτηση και στο βαθμό που δεν είναι ασυμβίβαστες προς την Ειδική Διαδικασία. Υπέρ της εκδοχής αυτής άλλωστε συνηγορεί και η παραπομπή του άρθρου 591§ 1 ΚΠολΔ στα άρθρα 1-590 ΚΠολΔ, η οποία δεν διακρίνει ως προς τις μικροδιαφορές. Δεδομένου ότι στις μικροδιαφορές η κατάθεση προτάσεων παραμένει προαιρετική (115 § 3), η ίδια ρύθμιση θα ισχύσει και για τις Ειδικές Διαδικασίες ενώπιον του Ειρηνοδικείου στο μέτρο που η υπόθεση θα καταλαμβάνεται από το ποσοτικό όριο των μικροδιαφορών (…). Περαιτέρω, σύμφωνα με το άρθρ. 512 του ΚΠολΔ, αποφάσεις Ειρηνοδικείων, που εκδίδονται κατά τη διαδικασία των μικροδιαφορών (ΚΠολΔ 466-472), δεν υπόκεινται σε έφεση, όταν δε η απόφαση εκδόθηκε κατά την τακτική ή ειδική διαδικασία ενώ έπρεπε να δικασθεί με τις ειδικές διατάξεις περί μικροδιαφορών, δεν επιτρέπεται η άσκηση εφέσεως (…) …»  και καταλήγει:  «… Εν προκειμένω, οι ενάγοντες και ήδη εκκαλούντες με τη με αριθμό κατάθεσης ........ αγωγή τους στο Ειρηνοδικείο Θεσσαλονίκης εκθέτουν ότι στις ...... και ώρα 12.30΄, ο ............., οδηγώντας το υπ’ αριθ. κυκλ. ....... ΙΧΕ αυτοκίνητο, ιδιοκτησίας της δευτέρας αυτών, η οποία τον προέστησε στην οδήγησή του και ασφαλισμένο και για ίδιες ζημίες (μικτή ασφάλιση) στην πρώτη, συγκρούστηκε με το υπ’ αριθ. κυκλ. ....... ΙΧΕ αυτοκίνητο, που οδηγούσε ο πρώτος εναγόμενος, ιδιοκτησίας του και ασφαλισμένο, για τις έναντι τρίτων ζημίες εκ τροχαίων ατυχημάτων, στην εναγόμενη ασφαλιστική εταιρία, όπως αυτή εκπροσωπείται στην Ελλάδα. Ότι η εν λόγω σύγκρουση, έλαβε χώρα από αποκλειστική υπαιτιότητα του πρώτου εναγομένου, με συνέπεια να υποστεί το προαναφερθέν όχημά τους υλικές ζημίες, όπως με λεπτομέρεια περιγράφεται στην αγωγή. Με βάση τα ανωτέρω, ζητούσαν, να υποχρεωθούν οι εναγόμενοι, εις ολόκληρο ο καθένας, να καταβάλουν: α) στην πρώτη ενάγουσα, το ποσό των 892,00 ευρώ, το οποίο κατέβαλε στη δεύτερη αυτών, για αποκατάσταση των υλικών της ζημιών και με τον τρόπο αυτόν υποκαταστάθηκε στα δικαιώματα της ασφαλισμένης της και β) στη δεύτερη ενάγουσα το ποσό των 1.050 ευρώ, που αποτελεί τη ζημία της (θετική και αποθετική), εκ του ενδίκου ατυχήματος, νομιμοτόκως (αμφότερα τα ποσά) από την επίδοση της αγωγής και μέχρις ολοσχερούς εξοφλήσεως και να επιβληθούν τα δικαστικά έξοδα εις βάρος των εναγομένων.  Πλην, όμως η αγωγή αυτή, ως εκ του είδους και της αξίας του αντικειμένου της, υπαγόταν στη διαδικασία των μικροδιαφορών (άρθρ. 466 επ.  ΚΠολΔ) και συνεπώς δεν επιτρέπεται άσκηση εφέσεως κατά της επ΄ αυτής εκδοθείσας 72/2018 απόφασης του Ειρηνοδικείου Θεσσαλονίκης, παρά το γεγονός ότι αυτή εκδόθηκε – εσφαλμένα – κατά την ειδική διαδικασία των περιουσιακών διαφορών – αυτοκίνητα, σύμφωνα με όσα παρατίθενται στην προηγηθείσα μείζονα σκέψη …» και  «… Επομένως, η έφεση πρέπει να απορριφθεί ως απαράδεκτη και να καταδικασθούν οι εκκαλούντες, λόγω της ήττας τους, στην καταβολή των δικαστικών εξόδων των εφεσίβλητων για τον παρόντα βαθμό δικαιοδοσίας, κατά τα ειδικότερα οριζόμενα στο διατακτικό της παρούσας (…). Τέλος, πρέπει να διαταχθεί η εισαγωγή στο Δημόσιο Ταμείο του παραβόλου άσκησης έφεσης που κατέθεσαν οι εκκαλούνες …».

Η παραπάνω θέση της υπ' αριθμ. 7173/2019 απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Θεσσαλονίκης, κατά την θέση του Γραφείου μας, είναι εσφαλμένη και τούτο διότι:

Ο αποκλεισμός της εφαρμογής των ειδικών διατάξεων για τις μικροδιαφορές (άρθρα 466-471 ΚΠολΔ) στις εκδικαζόμενες κατά την ειδική διαδικασία των αυτοκινητικών διαφορών υποθέσεις διατηρείται και μετά τις διαρθρωτικές τροποποιήσεις που επέφερε ο Ν. 4335/2015 στις ειδικές διαδικασίες, παρά τη νομοθετική κατάργηση της προϊσχύουσας διάταξης του άρθρου 666 παρ. 3 ΚΠολΔ, η οποία ρητά απέκλειε τη συνεφαρμογή των διατάξεων των μικροδιαφορών στις αυτοκινητικές διαφορές (του προϊσχύοντος άρθρου 681Α ΚΠολΔ), διότι, η ειδική διαδικασία των αυτοκινητικών διαφορών, ως περιουσιακή διαφορά (του νέου άρθρου 614 ΚΠολΔ του Ν. 4335/2015), είναι αποκλειστική και υποχρεωτική για τους διαδίκους, χωρίς ο ενάγων να έχει δικαίωμα να επιλέξει αντ’ αυτής την τακτική διαδικασία (συμπεριλαμβανομένων και των ειδικών διατάξεων των μικροδιαφορών) ή άλλη ειδική διαδικασία, ακόμη κι αν συμφωνεί ο εναγόμενος, γιατί η θέσπιση των ειδικών διαδικασιών (σε αντιδιαστολή με την τακτική διαδικασία - βλ. Σινανιώτης Λ., Ειδικές διαδικασίες κατά τον ΚΠολΔ, 2008, §1, σ. 1 και 5, Απαλαγάκη Χ., ΚΠολΔ- Ερμηνεία κατ’ άρθρο, 2013, άρθρο 466, αρ. 1, σ. 941) εξέρχεται από τα όρια της αυτονομίας της ιδιωτικής βούλησης.

Την τήρησή της ερευνά αυτεπαγγέλτως το Δικαστήριο, ακόμη και όταν υφίσταται συμφωνία των διαδίκων για επιλογή της τακτικής ή άλλης ειδικής διαδικασίας.

Εξάλλου, με τις διατάξεις των άρθρων 466-471 ΚΠολΔ δεν εγκαθιδρύεται αυτοτελή («επώνυμη») ειδική διαδικασία λόγω της ιδιαιτερότητας της φύσης της υπόθεσης (όπως συμβαίνει με τη θέσπιση των ειδικών διαδικασιών - βλ. Νίκας Ν., Πολιτική Δικονομία, τόμος ΙΙ, § 105, αρ. 1 και 4, σσ. 971-972), αλλά συνιστούν αυτές ειδικές διατάξεις της τακτικής διαδικασίας λόγω της αξίας του αντικειμένου της διαφοράς (βλ. Σινανιώτης Λ., ό.π., §1, σ. 2, Δελής Γ., Δικαστικά νέα, 2017, 2ο τεύχος, άρθρο με τίτλο «Οι μικροδιαφορές σε σχέση με την τακτική διαδικασία υπό το Ν. 4335/2015»), οι οποίες θεσπίστηκαν για λόγους ταχύτητας σε σχέση με τις λοιπές διαφορές της τακτικής διαδικασίας. Άλλωστε, δεν προκύπτει από την αιτιολογική έκθεση του Ν. 4335/2015 πως ήταν μεταξύ των σκοπών του νομοθέτη, με τις τροποποιήσεις που επέφερε ο ως άνω νόμος στη διάρθρωση των ειδικών διαδικασιών, η αυτονόμηση των ειδικών διατάξεων των μικροδιαφορών από την τακτική διαδικασία και η αναγωγή τους σε αυτοτελή διαδικασία εφαρμοζόμενη στο σύνολο των πολιτικών διαφορών ανεξαρτήτως διαδικασίας (τακτικής ή ειδικής). Ο δικονομικός νομοθέτης θεωρούσε μέχρι πριν το Ν. 4335/2015 αυτονόητο πως σε καμία ειδική διαδικασία δεν χωρούσε συνεφαρμογή των ειδικών διατάξεων για τις μικροδιαφορές (βλ. Μακρίδου Κ., Ειδικές Διαδικασίες στον Κώδικα Πολιτικής δικονομίας μετά το Ν. 4335/2015, 2017, σσ. 27-29, όπου παραπομπή σε Κεραμέα Κ., παρόλο που καταλήγει σε αντίθετη ερμηνευτική εκδοχή του ισχύοντος δικαίου). Προκειμένου δε «να αποφευχθούν οι συγχύσεις» ο νομοθέτης απέκλεισε και ρητώς τη συνεφαρμογή αυτή με τις προϊσχύουσες κατ’ ιδίαν διατάξεις των ειδικών διαδικασιών [προϊσχύοντα άρθρα 635, 666 παρ. 3 ΚΠολΔ (το οποίο σύμφωνα με την διάταξη του άρθρου 681Α εφαρμόζονταν και στις διατάξεις των αυτοκινητικών διαφορών) - βλ. σχετικώς Νίκας Ν., ό.π., § 105, αρ. 8, σ. 794 και Σινανιώτης Λ., ό.π., §1, σ. 3), ενώ σε όσες ειδικές διαδικασίες δεν υπήρχε σχετική πρόβλεψη ή υπήρχε νομοθετική παραπομπή (681 και 681 Α ΚΠολΔ) ή συναγόταν ερμηνευτικά (λ.χ. στις μισθωτικές διαφορές – βλ. ΕιρΡοδ 1/2015, ΕιρΡοδ 33/2014 σε ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ) το ανεφάρμοστο των ειδικών διατάξεων περί μικροδιαφορών (βλ. Φερεντίνου Ε., ΕλλΔνη 2017, σσ. 1052-1055, Μελέτη με τίτλο «Ειδικές διαδικασίες και Μικροδιαφορές μετά το Ν. 4335/2015»)].

Εκτός, λοιπόν από τη συστηματική κατάταξη, την τελολογία και την ιστορία των ειδικών διαδικασιών, κρίσιμη για το ερμηνευτικό ζήτημα της συνεφαρμογής ή όχι των ειδικών διατάξεων των μικροδιαφορών στις ειδικές διαδικασίες, είναι και η γραμματική διατύπωση της διάταξης της παρ. 1 του άρθρου 591 ΚΠολΔ, που ορίζει πως τα άρθρα 1 έως 590 του ίδιου Κώδικα εφαρμόζονται μεν και στις ειδικές διαδικασίες, πλην όμως όχι όταν αντιβαίνουν στις ειδικές διατάξεις των διαδικασιών αυτών. Ο όρος «ειδικές διατάξεις» του εδ. α΄ της τελευταίας αυτής διάταξης, διασταλτικά ερμηνευόμενος ώστε να περιλαμβάνει πέραν των άρθρων 592 επ. ΚΠολΔ και τις γενικές διατάξεις των ειδικών διαδικασιών, ήτοι το εδ. β΄ της παρ. 1 και τις παρ. 2-7 του άρθρου 591 ΚΠολΔ στις περιπτώσεις που εφαρμόζονται ελλείψει αντίθετων ρυθμίσεων στις κατ’ ιδίαν ειδικές διαδικασίες (γιατί χωρίς την ως άνω διασταλτική ερμηνεία η παρ. β΄ και οι παρ. 2-7 του 591 ΚΠολΔ θα έμεναν ανεφάρμοστες), οδηγεί, επιπροσθέτως στο συμπέρασμα πως οι διατάξεις των άρθρων 466-471 ΚΠολΔ αντιβαίνουν προς τις διατάξεις των ειδικών διαδικασιών για τις περιουσιακές διαφορές (ισχύον 614 ΚΠολΔ), μεταξύ των οποίων και οι αυτοκινητικές διαφορές (ισχύον 614 περ. 6 ΚΠολΔ).

Οι ρυθμίσεις των ειδικών διατάξεων περί μικροδιαφορών (προθεσμία κλήτευσης διαδίκων, αυτοπρόσωπη παράσταση, δικαίωμα κατάθεσης προτάσεων, δυνατότητα μη εγγραφής στο πινάκιο, σύστημα ελεύθερης απόδειξης, ανέκκλητο της απόφασης)  δε συμβιβάζονται με τις ειδικές διατάξεις του άρθρου 591 ΚΠολΔ (βλ. Φερεντίνου Ε., ό.π., σσ. 1056-1057), του οποίου (άρθρου) ο ειδικότερος χαρακτήρας σε σχέση με τα άρθρα 1-590 ΚΠολΔ δεν αναιρείται κατά τα ανωτέρω από το γεγονός ότι συνιστά γενική διάταξη των κατ’ ιδίαν ειδικών διαδικασιών.

Κατ’ ακολουθία των ανωτέρω, η συνεφαρμογή των ειδικών διατάξεων των μικροδιαφορών στην ειδική διαδικασία των αυτοκινητικών διαφορών αποκλείεται και μετά την ισχύ του ν. 4335/2015 (ΕιρΙκαρίας 1/2018).

Στην παρ. 6 του άρθρου 591 ΚΠολΔ, όπως αυτό ισχύει μετά την αντικατάστασή του με το άρθρο τέταρτο του άρθρου 1 του Ν. 4335/2015, ορίζεται, επαναλαμβάνοντας την προϊσχύουσα ρύθμιση της παρ. 2 του άρθρου 591, ότι: «Αν η υπόθεση δεν υπάγεται στη διαδικασία κατά την οποία έχει εισαχθεί, το δικαστήριο αποφαίνεται γι’ αυτό αυτεπαγγέλτως και διατάζει την εκδίκαση της υπόθεσης κατά τη διαδικασία σύμφωνα με την οποία δικάζεται». Κατά την έννοια της τελευταίας αυτής διάταξης, η εφαρμοστέα διαδικασία δεν αποτελεί διαδικαστική προϋπόθεση της δίκης και η τυχόν εσφαλμένη εισαγωγή της υπόθεσης προς εκδίκαση κατά μη αρμόζουσα διαδικασία δεν καθιστά απαράδεκτη την αγωγή, αλλά το Δικαστήριο διατάζει και αυτεπάγγελτα με μη οριστική απόφαση την εκδίκαση κατά την προσήκουσα διαδικασία, εφόσον είναι καθ’ ύλην αρμόδιο (βλ. σε Απαλαγάκη Χ., ό.π., άρθρο 591, αρ. 1, σσ. 1260-1261). Με τη διάταξη αυτή παρέχεται δηλαδή η ευχέρεια στο Δικαστήριο να παραπέμψει την υπόθεση σε ιδιαίτερη συζήτηση προς εκδίκαση με την αρμόζουσα διαδικασία ή να την κρατήσει και να τη δικάσει με την προσήκουσα διαδικασία, με γνώμονα την αρχή της οικονομίας της δίκης, υπό την προϋπόθεση, όμως, ότι κατά τη συνεδρίαση στο ακροατήριο τηρήθηκαν οι δικονομικοί κανόνες της προσήκουσας εφαρμοστέας διαδικασίας και δεν επιβάλλεται από τη δικονομική αρχή της καλόπιστης διεξαγωγής της δίκης η παραπομπή σε ιδιαίτερη συζήτηση για προπαρασκευή των διαδίκων (βλ. Μακρίδου Κ., ό.π., σσ. 11-12). Το Δικαστήριο πρέπει να ερευνά το περιεχόμενο της προδικασίας και της διαδικασίας στο ακροατήριο για να κρίνει αν η διαδικασία στην οποία έχει εισαχθεί καλύπτει τις προϋποθέσεις της διαδικασίας που πρέπει να εφαρμοστεί, οπότε σε καταφατική περίπτωση προβαίνει σε αυτεπάγγελτη εφαρμογή της και εκδικάζει την υπόθεση με την προσήκουσα διαδικασία, ακόμη και μετά τη συζήτηση της υπόθεσης, κατά την έκδοση της απόφασης (βλ. ΕφΔωδ 17/2007, ΕιρΧαν 620/2013 σε ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ και σε Κεραμέα/Κονδύλη/Νίκα, Ερμηνεία ΚΠολΔ, τόμος ΙΙ, 2000, άρθρο 591, αρ. 10 επ., σ. 1099 επ.).

Στην προκειμένη περίπτωση το Ειρηνοδικείο Θεσσαλονίκης με την υπ΄ αριθμ.  72/2018 οριστική απόφαση του ορθά είχε δεχθεί ότι «… Η εν λόγω αγωγή … αρμοδίως εισάγεται για συζήτηση στο παρόν Δικαστήριο (ΚΠολΔ 29,35) κατά την προκείμενη διαδικασία των άρθρων 670-676 και ήδη 591, 614 επόμ. ΚΠολΔ, μετά την ισχύ του Ν. 4335/2015 (βλ. άρθρ. 4 παρ. 1α΄, 40Α ΚΠολΔ και 1 παρ. 1 Π.Δ. 354/1983, άρθρ. 5 Ν. 733/1977), είναι νόμιμη … και πρέπει να ερευνηθεί περαιτέρω κατ΄ ουσία …» και δεν παρέπεμψε την εκδίκαση της αγωγής  των πελατών του γραφείου μας με την διαδικασία των μικροδιαφορών.

Δικάζον λοιπόν ορθά το Ειρηνοδικείο Θεσσαλονίκης κατά την ειδική διαδικασία των περιουσιακών διαφορών – αυτοκινήτων του άρθρου 614 παρ. 6 ΚΠολΔ (όπως ισχύει με τον Ν. 4335/2015), η  έφεση των πελατών του Γραφείου μας και της υπ΄ αριθμ. 72/30.01.2018 απόφασης του Ειρηνοδικείου Θεσσαλονίκης, είναι παραδεκτή σύμφωνα με την διάταξη του άρθρου 511 ΚΠολΔ (όπως ισχύει με τον Ν. 4335/2015).

Άλλωστε, όφειλε το Μονομελές Πρωτοδικείο Θεσσαλονίκης (δικάζον κατ΄ έφεση ως δευτεροβάθμιο δικαστήριο), με την ανωτέρω  απόφαση του, κατ΄ ανάλογη εφαρμογή του άρθρου 535 παρ. 2 του ΚΠολΔ (όπως ισχύει με τον Ν. 4335/2015), εφόσον έκρινε – εσφαλμένα κατά τα ανωτέρω – ότι η προαναφερόμενη αγωγής των πελατών του Γραφείου μας εισήχθη σε εσφαλμένη διαδικασία, ήτοι την ειδική των περιουσιακών διαφορών – αυτοκινήτων, ενώ έπρεπε να εισαχθεί κατά την διαδικασία των μικροδιαφορών, να μην απορρίψει την έφεση ως δήθεν απαράδεκτη, αλλά να εξαφανίσει την πρωτόδικη απόφαση και να παραπέμψει την υπόθεση στο αρμόδιο πρωτοβάθμιο δικαστήριο.

Κατά της υπ΄ αριθμ. 7193/2019 απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Θεσσαλονίκης ασκήθηκε αναίρεση από το Γραφείο μας.