Δικηγορικό Γραφείο Βακουφάρης Νικόλαος - Θεσσαλονίκη

Επιλέξτε τη γλώσσα σας


Πηγή: karfitsa.gr

Σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 322 παρ. 1 εδ. β΄ του  ΚΠολΔ το δεδικασμένο εκτείνεται και επί του δικονομικού ζητήματος που κρίθηκε οριστικά.

Σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 322 παρ. 1 εδ. β΄ του  ΚΠολΔ το δεδικασμένο εκτείνεται και επί του δικονομικού ζητήματος που κρίθηκε οριστικά. Ως τέτοιο, νοείται, κυρίως, η απόρριψη της αγωγής, ως απαράδεκτης, λόγω έλλειψης μιας ή περισσοτέρων διαδικαστικών προϋποθέσεων, που αναφέρονται είτε στους διαδίκους (ικανότητα να είναι διάδικος ή να παρίσταται στο δικαστήριο), είτε στο δικαστήριο (αρμοδιότητα), είτε στο αντικείμενο της δίκης (εκκρεμοδικία, δεδικασμένο), είτε στο εισαγωγικό έγγραφο της δίκης (ορισμένο της αγωγής). Ειδικότερα, η απόφαση, που απορρίπτει την αγωγή ως απαράδεκτη, λόγω αοριστίας, δεν λύνει το ζήτημα της ύπαρξης ή όχι του ουσιαστικού δικαιώματος, του οποίου έγινε επίκληση. Έτσι, το δικαίωμα αυτό εξακολουθεί να είναι νομικά αμφισβητήσιμο και μετά την κατά τα άνω απόρριψη της αγωγής. Τούτο δε, διότι στην περίπτωση αυτή η δέσμευση από το δεδικασμένο καταλαμβάνει μόνο τον συγκεκριμένο λόγω απόρριψης της αγωγής, με την έννοια ότι σε περίπτωση άσκησης νέας, όμοιας, κατά περιεχόμενο αγωγής με την προηγουμένη, ήτοι αγωγής που εμφανίζει την ίδια δικονομική έλλειψη, το δικαστήριο θα απορρίψει αυτή, ως απαράδεκτη, λόγω δεδικασμένου περί την έλλειψη της εν λόγω διαδικαστικής προϋπόθεσης, χωρίς να ερευνήσει αν ορθώς ή εσφαλμένως έκρινε το προηγούμενο δικαστήριο. Αντίθετα, εφόσον με τη δεύτερη αγωγή επέρχονται οι αναγκαίες διαφοροποιήσεις με τις οποίες συμπληρώνονται οι ασάφειες ή ελλείψεις που προκάλεσαν την έλλειψη της διαδικαστικής προϋπόθεσης του ορισμένου αυτής, δεν ισχύει πλέον το δεδικασμένο και είναι επιτρεπτή η άσκηση εκ νέου της ως άνω δεύτερης αγωγής (ΑΠ 43/2015, ΑΠ 190/2008).

 

Η υπ' αριθ. 1363/2021 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου θεσσσαλονίκης (Νεά Τακτική διαδικασία) δέχθηκε τα εξής: 

 

Με αυτό το περιεχόμενο και αιτήματα, η αγωγή παραδεκτά και αρμοδίως εισάγεται προς συζήτηση ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου (άρθρα 14 παρ. 2, 41 έως 44 ΚΠολΔ), κατά την τακτική διαδικασία, είναι όμως απορριπτέα ως απαράδεκτη λόγω δεδικασμένου, δεκτού γενομένου του σχετικού ισχυρισμού της εναγόμενης ως ουσία βάσιμου, καθότι το περιεχόμενό της είναι όμοιο με αυτό της προγενέστερης, με αριθμό κατάθεσης δικογράφου ........ αγωγής του ενάγοντος κατά της εναγόμενης, επί της οποίας εκδόθηκε η με αριθμό 727/2019 οριστική απόφαση του παρόντος Δικαστηρίου, κατά την ίδια τακτική διαδικασία, δυνάμει της οποίας (απόφασης) η αγωγή, στηριζομένη στις αυτές διατάξεις (σύμβαση ασφαλιστικού συμβούλου), απορρίφθηκε ως προς την κύρια βάση της ως αόριστη και ως προς την επικουρική βάση της που στηρίζεται στις διατάξεις των άρθρων 904 επ. ΑΚ και ως προς το αίτημα χρηματικής ικανοποίησης λόγω ηθικής βλάβης ως νόμω αβάσιμη. Η απόφαση αυτή κατέστη αμετάκλητη (βλ. την με αριθμό ......... έκθεση επίδοσης της ως άνω απόφασης του δικαστικού επιμελητή στο Πρωτοδικείο ......... σε συνδυασμό με το με αριθμό σχετικού 24 αντίγραφο πορείας της ως άνω αγωγής από την ψηφιακή πύλη solon σύμφωνα με το οποίο δεν έχουν ασκηθεί κατά της απόφασης τακτικά ή έκτακτα ένδικα μέσα). Κρίθηκε, συνεπώς, με ισχύ δεδικασμένου, ότι τα ιστορούμενα πραγματικά περιστατικά από τον ενάγοντα στην ως άνω αγωγή του δεν είναι επαρκή, για να επιφέρουν την αιτούμενη έννομη συνέπεια ενώ ως προς την επικουρική βάση της που στηρίζεται στις διατάξεις των άρθρων 904 επ. ΑΚ και ως προς το αίτημα χρηματικής ικανοποίησης λόγω ηθικής βλάβης κρίθηκαν μη νόμιμα. Η κρίση δε αυτή δεσμεύει και το παρόν Δικαστήριο στην επίδικη υπόθεση, καθόσον η υπό κρίση αγωγή έχει όμοιο περιεχόμενο με την προρρηθείσα, παρά το ότι επισυνάπτεται στην υπό κρίση αγωγή ο πίνακας που ορίζει το ποσοστό της συμφωνημένης προμήθειας το οποίο διαφοροποιείται ανάλογα με το είδος του συμβολαίου διότι δεν αναφέρεται το είδος των συμβολαίων που πραγματοποίησε κάθε μήνα ο ενάγων και το αντίστοιχο ποσοστό προμήθειας για το καθένα εξ αυτών, σύμφωνα με τον επισυναπτόμενο πίνακα, παρά περιορίζεται στο να επισυνάψει τους λογαριασμούς συνεργάτη για το επίδικο χρονικό διάστημα όπου εμφανίζεται ένα συνολικό ποσό για τα ασφαλιστήρια συμβόλαια που εκδόθηκαν με τη μεσολάβηση του ενάγοντος, χωρίς καμία εξειδίκευση για τον συνολικό αριθμό αυτών, το είδος καθενός και την κατ’ επέκταση διαφοροποίηση του ποσοστού προμήθειας. Αλυσιτελώς δε επιχειρείται από τον ενάγοντα, με την προσθήκη των προτάσεών του, η διευκρίνιση ότι η κρίση της ανωτέρω απόφασης περί αοριστίας της αρχικής αγωγής ήταν εσφαλμένη, καθώς το παρόν Δικαστήριο δεν μπορεί κατά νόμο να κρίνει για την ορθότητα ή  μη της προηγηθείσας κρίσης για τα όμοια και ήδη εκ νέου επίδικα, πραγματικά περιστατικά. Επαναφέρει δε και την επικουρική βάση της που στηρίζεται στις διατάξεις των άρθρων 904 επ. ΑΚ και το αίτημα χρηματικής ικανοποίησης λόγω ηθικής βλάβης για τα οποία έχει δημιουργηθεί, λόγω της απόρριψης ως μη νόμιμα, ουσιαστικό δεδικασμένο (ΑΠ 1190/1974, ΝοΒ23, 729). Ως εκ τούτου, πρέπει για τον ανωτέρω λόγο να απορριφθεί ως απαράδεκτη η αγωγή λόγω δεδικασμένου.